Η Αργολίδα είναι τόπος αρχαίος, τόσο που η ιστορία της μπλέκει πια με τον μύθο. Χιλιάδες χρόνια συνεχούς κατοίκησης αφήνουν ίχνη — όχι μόνο σε πέτρες και θεμέλια, αλλά και σε εκείνο το αθόρυβο βάρος που κουβαλούν οι τόποι όταν τους έχει γνωρίσει το ανθρώπινο μάτι περισσότερο μέσα στο σκοτάδι παρά στο φως.
Σήμερα, ένας μικρός χάρτης του παράδοξου. Για τον ερευνητή, για τον περίεργο, για εκείνον που θέλει να δει την Αργολίδα με μάτια που δεν φοβούνται τα αλλόκοτα.
Ο φύλακας του Παλαμιδίου
Στο Παλαμήδι, το κάστρο που όλοι φωτογραφίζουν αλλά λίγοι παρατηρούν, λένε πως εμφανίζεται ένας φύλακας. Ή ό,τι απέμεινε από αυτόν. Κάτω από ένα κυπαρίσσι, σκιές κινούνται σαν να περιμένουν κάτι. Ίσως έναν απόηχο από τα χρόνια των φυλακισμένων που δεν ξέφυγαν ποτέ.
Ο παπάς στη νύχτα
Στον δρόμο Ναύπλιο–Τολό, μια φιγούρα σηκώνει το χέρι για ωτοστόπ. Παπάς. Ή κάπως έτσι. Μπαίνει στο αμάξι, σιωπηλός. Μόνο που τα νύχια του είναι αφύσικα μακριά, σαν να μην τα χρειάζεται για να ζει. Μετά από λίγο εξαφανίζεται, χωρίς απειλή, χωρίς σκοπό. Μια ιστορία που μοιάζει με τόσες άλλες ανά τον κόσμο, μα πάντα αφήνει την ίδια ελαφριά παγωνιά στο τιμόνι.
Ο Ψαρομαχαλάς και τα νυχτερινά του
Στη δυτική άκρη της παλιάς πόλης του Ναυπλίου, ο Ψαρομαχαλάς κρατά ακόμη τα σπίτια της Τουρκοκρατίας. Κάποτε οι κάτοικοι έκλειναν πόρτες νωρίς· όχι από συνήθεια, αλλά από φόβο. Μιλούσαν για φαντάσματα που περιφέρονταν στα στενά. Σήμερα τα φώτα, τα ξενοδοχεία και η κίνηση δεν αφήνουν χώρο στο υπερφυσικό — αν και πολλοί πιστεύουν πως απλώς κρύβεται καλύτερα.
Ο Νάνος του Αραχναίου
Το Αραχναίο, ή Χέλι, κουβαλά φήμες που περνούν από στόμα σε στόμα, πάντα πιο σκοτεινές απ’ όσο χρειάζεται. Εκεί λένε πως κυκλοφορεί ένα πνεύμα με μορφή Νάνου. Οι παλιοί φύτευαν συγκεκριμένο φυτό στις αυλές τους, για να μην πλησιάζει. Άλλοι γελούν. Άλλοι κοιτούν λίγο παραπάνω τις σκιές στα καλντερίμια.
Η Κοίμηση της Θεοτόκου στο Άργος
Ο αρχαιότερος ναός της πόλης, 12ος αιώνας. Στη βόρεια πλευρά του υπήρχε άλλοτε ένα μεγάλο ρέμα, τώρα θαμμένο κάτω από δρόμους και σπίτια. Όμως η γη θυμάται.
Κάτοικοι μιλούν για νυχτερινούς ήχους: βουητά σαν «σβούρες», οχλαγωγία χωρίς ανθρώπους, βήματα στις ταράτσες. Κάποιοι είδαν σκιές να βγαίνουν από την περιοχή του ναού και να χάνονται στο επόμενο σταυροδρόμι. Κανείς δεν βιάζεται να τις αμφισβητήσει. Ούτε να τις εξηγήσει.
Το Κάστρο του Άργους
Το κάστρο, αιώνες τώρα, έχει δει πολέμους, θανάτους, πολιορκίες. Δεν είναι παράξενο που θεωρείται στοιχειωμένο — αν υπάρχει τόπος που θα κρατούσε τις φωνές των πεσόντων, μάλλον θα ήταν αυτός. Κάποτε ψιθύριζαν πως εκεί μαζεύονταν λάτρεις του Σατανά, κάνοντας τελετές που κανείς δεν ήθελε να περιγράψει. Σήμερα, μένει μόνο η αίσθηση πως το κάστρο δεν είναι ποτέ πραγματικά άδειο. Αρκεί λίγο αέρας να περάσει μέσα από τα τείχη για να το θυμηθείς.
Το στοιχειωμένο σπίτι στον Αχλαδόκαμπο
Στον Αχλαδόκαμπο υπάρχει ένα αρχοντικό που ποτέ δεν κράτησε τους ανθρώπους του. Οι ένοικοι μιλούσαν για κρότους μέσα στους τοίχους, πόρτες που ασφαλίζονταν μόνες τους, φώτα που άναβαν χωρίς χέρι, αντικείμενα που άλλαζαν θέση σαν να είχαν δική τους βούληση. Οι πιο τολμηροί μίλησαν για «βρικόλακες». Η ιστορία κορυφώνεται με μια παράξενη αστραπή που χτύπησε τη σκεπή — μια τελευταία υπόμνηση πριν τα φαινόμενα σταματήσουν ή απλώς πάψουν να καταγράφονται.
Τα στοιχειωμένα μελίσσια και ο παπάς στα Κόκκινα Βράχια
Στα Κόκκινα Βράχια του Κολοσούρτη υπάρχει η ιστορία ενός αγριομελισσιού που «δεν ήταν για ανθρώπους». Λένε πως εκεί εμφανιζόταν το φάντασμα ενός παπά που γκρεμίστηκε προσπαθώντας να το τρυγήσει. Από τότε το σημείο κουβαλάει μια αίσθηση βάρους: παράξενα φώτα, σκιές που δεν ανήκουν σε κάτι ορατό. Τίποτε επιθετικό — απλώς το είδος του βλέμματος που νιώθεις, όχι που αντικρίζεις.
Ο αντάρτης που δεν έμενε θαμμένος
Στο «Αλώνι του Χαράλαμπου», στο Μαντράκι, υπάρχει μια από τις πιο ωμές ιστορίες. Ένας αντάρτης θάφτηκε εκεί, μα κάθε πρωί τον έβρισκαν ξανά έξω από το χώμα. Τον ξανάθαβαν, κι η νύχτα έκανε πάλι την ίδια δουλειά. Στο τέλος τον άφησαν όπως ήταν· τα σκυλιά τον έφαγαν, και όσα δεν τον «σήκωσαν» ψόφησαν. Ιστορία χωρίς παρηγορητικές λεπτομέρειες — μόνο μια παράδοξη επιμονή του νεκρού να μην ανήκει σε κανένα έδαφος.
«Της Γριάς το Λιθάρι»
Κοντά στον Αχλαδόκαμπο βρίσκεται η θέση που οι παλιοί λένε πως ήταν κάποτε μια γριά με τα ζώα της, τη στρούγκα, την καρδάρα και την γκλίτσα της. Όλα μαρμάρωσαν, λέει η παράδοση, κι έγιναν πέτρες. Έτσι τις ήξεραν για χρόνια, μέχρι που περάστηκε η σιδηροδρομική γραμμή και ο τόπος άλλαξε. Μαρμάρωμα: η παλιά ελληνική τιμωρία και παρηγοριά μαζί — ο χρόνος που σταματάει χωρίς εξήγηση.
Ο μαύρος τράγος στην Κοίμηση της Θεοτόκου (Άργος)
Στον δρόμο που οδηγεί στον ναό της Κοίμησης, δύο αδερφές περπατούσαν νύχτα προς τη Χριστουγεννιάτικη Λειτουργία. Σε μια μάντρα είδαν έναν μαύρο τράγο να ανεβαίνει, να τις κοιτάζει επίμονα και να ξεφυσά. Ήξεραν πως το σπίτι δεν είχε ζώα. Λίγο μετά, η μορφή χάθηκε σαν να μην υπήρξε ποτέ. Η περιοχή κουβαλά κι άλλα: ήχους σαν σβούρες, βήματα στις ταράτσες, οχλαγωγία χωρίς κόσμο. Ένα τοπίο που μοιάζει να έχει διατηρήσει περισσότερες μνήμες απ’ όσες χρειάζεται.
Τα φαντάσματα με τις μηχανές στη Ξυρόβρυση
Στη διαδρομή προς τη Λέρνη, στη Ξυρόβρυση, λένε πως στον πόλεμο θάφτηκαν Ιταλοί στρατιώτες. Χρόνια μετά, χωριάτες έβλεπαν φιγούρες πάνω σε χωμάτινους λόφους, καβαλάρηδες μηχανών που ακούγονταν καθαρά μέσα στο ηλιοβασίλεμα. Τόσο καθαρά που οι ντόπιοι απέφευγαν να περνούν από εκεί μετά τη δύση. Η περιοχή περιγράφεται συχνά ως «βαριά», ένας συνδυασμός θλίψης και άγριας σιωπής.
Η αλυσίδα στην άσφαλτο
Δίπλα στο νεκροταφείο της Κοίμησης της Θεοτόκου στο Άργος, οι κάτοικοι άκουγαν επί δεκαετίες τον ίδιο ήχο: μια αλυσίδα να σέρνεται πάνω στην άσφαλτο. Δίπλα της, βήματα — άλλες φορές σαν οπλές αλόγου, άλλες σαν κατσίκας. Το φαινόμενο υπήρχε ακόμη κι όταν δεν υπήρχε άσφαλτος. Κάποια στιγμή έκαναν τρισάγιο «για μια άγνωστη ψυχή». Λένε πως από τότε ο ήχος ακούγεται πιο σπάνια, σαν κάτι που αποφάσισε, επιτέλους, να μείνει στη σιωπή.

0 Σχόλια